Στην αρχή της μέρας περίμενε πως θα ρχόταν οπωσδήποτε……
Θα ρχόταν να της κάνει έκπληξη. Το συνήθιζε άλλωστε. Του άρεσε να εμφανίζεται απρόσμενα…. Εκεί που δεν το περίμενες, εκεί που η πίστη άρχιζε να κουτσαίνει, εκεί, απροειδοποίητα, χτυπούσε η πόρτα και να τος!
Εκείνη και τούτη τη φορά σαν και κάθε άλλη, θα έπαιζε το παιχνίδι του. Θα του έλεγε.... μπα! Τάχα μου ξαφνιασμένη….. τάχα μου αιφνιδιασμένη….. κι αυτός θα γελούσε, θα γελούσε ολόκληρος ως κι οι χαραξιές του προσώπου του θα γέλαγαν…..
Κι ύστερα ….. θα την αγκάλιαζε ύστερα…..γινόταν να σε ξεχνούσα; θα της έλεγε, γινόταν; Και θα ταν τρυφερός και τόσο γενναιόδωρος σε κουβέντες χάδια…. πόσο όμορφη του φαινόταν θα λεγε και πόσο του έλειπε και πόσο την είχε αποζητήσει….
κι αυτή θα λυωνε θα λυωνε….. ζάχαρη στο νερό του και θα λυωνε
………………………………………………………………….
Έτσι πέρασε το πρωί. Μέσα στην αδημονία. Με μπες βγες ανάμεσα στα δωμάτια. Nα συγυρίζει τα συγυρισμένα, να τακτοποιεί τα τακτοποιημένα. Ξανά και ξανά, ασταμάτητη σε κάθε της κίνηση, πράγματα απ’ τη μια μεριά μεταφέρονταν σε άλλη…. κάτι μπιμπελό ψιλοπραγματάκια, αν μπορούσαν να μιλήσουν θα ύψωναν φωνή διαμαρτυρίας έτσι που τα κινούσε διαρκώς και μόνο τα λουλούδια δεν πείραξε από φόβο μην τα μαράνει.
Η ντουλάπα ήταν που μαρτύρησε. Την τρέλανε στο άνοιξε κλείσε, βάλε βγάλε ρούχα καθώς πέρασε την εμφάνισή της από σαράντα κύματα μπροστά στον παλιό καθρέφτη. Και τούτο την πάχαινε και κείνο δεν την κολάκευε…. Το ένα συντηρητικό το άλλο πολύ τολμηρό….. άσε πια τα χρώματα……Κόντευε να παρανοήσει.
Λες και περίμενε τον Υψηλό Επισκέπτη. Κι έτσι το νοιωθε. Μετά από μέρες ταλαιπωρίας και πόνου πίστευε-ναι το πίστευε-πως είχε το δικαίωμα της χαράς. Και σήμερα, ήταν η μέρα της. Η δική της μέρα
Ύστερα όσο η ώρα πήγαινε, όσο το κουδούνι της εξώπορτας έμενε βουβό, άρχισε να κονταίνει τον πήχη των προσδοκιών της.
Πώς να ρχόταν…. Και καλύτερα κιόλας ….. κι άρχισε να αστειεύεται με τις προηγούμενες σκέψεις της.
Άκου ζαχαρόνερο! Που τη λιγουριάζει κιόλας!….. μα…. Πώς το φαντάστηκε….
….άσε που θα διαλυόταν εντελώς ….
Τόσον καρό μετά και η ελπίδα της, εύρισκε τρόπους, μηχανευόταν τακτικές, μετάλλαζε σημάδια, έτσι που να συντηρεί, να τον συντηρεί τόσον καιρό…. μετά από τόσον καιρό και να ξεχνά. Ηθελημένα.
Της είχε πει τις σωστές λέξεις.
Σε νοιάζομαι πολύ. Έτσι της είχε πει. Σε νοιάζομαι.
Έπρεπε να τον είχε ρωτήσει. Να είχε ρωτήσει τι σήμαινε.
Στη γλώσσα του αυτή η φράση, τι σήμαινε. Για να καταλάβει.
Δεν το χε κάνει και τα ίχνη του που τα χε σβήσει φεύγοντας, δεν της έδιναν πάτημα να πιαστεί
Αλλά ήταν μαγικές οι λέξεις και πώς να ξεκολλήσει απ’ αυτές……………….
Με νοιάζεται με τον τρόπο του. Μόνο που εγώ δεν τον καταλαβαίνω. Δικό μου το λάθος!
Λες κι είχε κάποιον αντίκρυ της κάθε φορά που το επαναλάμβανε, λες κι είχε κάποιον που την κοίταζε ειρωνικά κι ήθελε να του το σβήσει το χαμόγελο γιατί δεν είχε δίκιο. Δεν γινόταν να χει δίκιο!
Θα με πάρει τηλέφωνο….. θα ναι όλο ανησυχία η φωνή του…. θα πει έμαθα πως αρρώστησες και τρελάθηκα από αγωνία…. Μακάρι να βρισκόμουν κοντά σου αλλά….αλλά τώρα είσαι εδώ, θα τον έκοβε…. τώρα είσαι εδώ κι αυτό έχει σημασία ή μπορεί να του έλεγε μα ήσουν κοντά μου αφού το ένοιωθα πως ήσουν κοντά μου
Και θ’ άρχιζαν να μιλούν όπως πάντα। Όπως πάντα θα τα κατάφερναν να στήσουν το γεφύρι, να το περάσουν και να ναι σαν το χθες που ήταν…
Αλήθεια….. πότε ήταν;
Μα δεν είχε σημασία. Καμιά απολύτως.
Ναι. Κι αυτή τη φορά καλά θα κανε να σημειώσει όλα όσα θα θελε να τον ρωτήσει γιατί κάθε φορά έχανε το χρόνο όταν μιλούσαν κι όταν τέλειωνε η κουβέντα, όταν έφευγε….. αχ, μωρέ η χαζή πάλι δε ρώτησα για τούτο και για κείνο…. Ναι, αυτή τη φορά έπρεπε να σημειώσει …. Άσε που έπρεπε να φροντίσει να μην τους διακόψει κανείς. Κανείς!
Αχ, πώς τον περίμενε….πώς τον περίμενε…..
…………………………………………………………………………………………
Σε κανένα δεν χαρίζεται τούτος ο εχθρός. Αμείλικτα τρέχει. Τρέχει ο χρόνος…οι ώρες….. τα λεπτά…..
……………………………………………………………………………………….
Το απόγευμα άρχισε ψυχορραγεί στο σκαλί μπροστά απ’ το δείλι.
Η ελπίδα, καθρέφτης των επιθυμιών σε εφικτό γίγνεσθαι, άρχιζε να θαμπώνει. Προσπάθησε να τον καθαρίσει. Έπρεπε κάπου να δει ένα άνοιγμα, μια δίοδο να παίρνει αέρα ………….
Το ανθρωπάκι απέναντι της την κοίταζε με οίκτο
Έπρεπε να το εξαφανίσει. Τώρα! Τώρα …..πριν … πριν!
Κι αν έχασε το νούμερό μου; Αν το χασε;
Μα … βέβαια πως δεν το σκέφτηκε…. Εξάλλου περάσαν και τόσα χρόνια….. χάνονται τα τηλέφωνα….. οι διευθύνσεις….
Έμεινε σ’ αυτή τη σκέψη. Της άρεσε. Σκάλωσε κι αγκιστρώθηκε.
Και πήρε ανάσα
…………………………………………………………………………………………
Τι να σας πω κυρία Ελένη. Ευτυχώς που βράδιασε…. Όλη μέρα μια τρέλα…. Άνοιγε ντουλάπες…. κατέβαζε ρούχα….. μέχρι που ήθελε να βαφτεί!…. Δεν μπορώ να σας περιγράψω τι έζησα….
Στο τέλος φόρεσε ένα κόκκινο φουστάνι μ’ ένα λουλούδι στο στήθος…. το θυμάστε καθόλου; Μ’ αυτό και κοιμήθηκε. Αρνήθηκε πεισματικά να το βγάλει ….παραμιλούσε κι έλεγε κι αν έρθει; Kι αν έρθει; Τι περίμενε κυρία Ελένη;
8 σχόλια:
Ποιός να βρεθεί ν'απαντήσει τι περίμενε; Ποιός ξέρει καλύτερα τι περίμενε από κείνο το κόκκινο φουστάνι και την αγκσιτρωμένη ανάσα;
Ευτυχώς, υπάρχει και ο ύπνος έως νά'ρθει ο μεγάλος Ύπνος.
@meggie
Meggie my Meggie...
Σε όλα σύμφωνη εκτός από κείνο το "Ευτυχώς"
εκτός κι αν είναι μια ανάπαυλα μικρή
ν' αναλάβει κανείς δυνάμεις...
ν' αντέχει την προσμονή
την όποια
Να σαι καλά γλυκιά μου
Μονο μια καλη δικαιολογια μπορει να καθησυχασει τις ψυχες...και οχι η αληθεια....που τελικα δεν ηρθε!
καλησπερα
ωραίο κείμενο
μου θύμισες την Αχμάτοβα
στις ελεγείες του βορρά
φιλώ σε
@Coula
Λες Coula; Λες οι ψυχές να μη μπορούν να βαστάξουν μιαν αλήθεια;
Αυτό να ναι η επιθυμία μιας προσμονής να ναι η πιο ισχυρή από κάθε τι
αυτή που τροφοδοτεί και δίδει νόημα;
Μα την αλήθεια δεν ξέρω...
Καλό σου βράδυ
@ποιω-ελένη
καλησπέρα υπερβολική στον έπαινό σου Ελένη....
Σ' ευχαριστω
Να σαι καλά
μεριλού, μακάρι στα χρόνια που έρχονται να έχουμε κάπου φυλαγμένο ένα κόκκινο φουστάνι και μια προσμονή. Καλή πρωτοχρονιά, μικρή μου!
@gyristroula2
που πάει να πει αλλίμονο αν δεν έχεις να περιμένεις
το ό,τι
που σε κρατατά ζωντανό σε τροφοδοτεί
και σου ζητά ακόμα και παράκαιρα ίσως,ένα κόκκινο φουστάνι
Καλή πρωτοχρονιά και σε σένα
Δημοσίευση σχολίου