Παρασκευή 31 Ιανουαρίου 2014

Εν μέσω ροής....



Τρέχω
Τρέχεις
Τρέχει
Τρέχουμε
Τρέχουμε
Τρέχουμε

Χρόνοι, ρυθμοί,
Άλλοι
Ταχύτητες άλλες
Τροχιές άλλες

Κάποτε συγκλίνουν
Κοντά έρχονται

Ίσα να δεις τον άλλο
-που χαράσσει το χνάρι του-

Ίσα να τονε δεις
Να γνέφει

σε (από)χαιρετισμό

φωτογραφία: Ελένη Ρημαντωνάκη

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2014

Aπάντηση



παιχνίδι
που όνομα δεν έχει
νύχτα αστέρι δρόμος
Μισό κύμα διστακτικό όλο πισωγύρισμα
Μισό ποτάμι γλιστερό
λέξεις αγκάθια λέξεις  άταρες 
μάτια ανοιχτά και μάτια  φοβισμένα
Μισό νύχτα
Μισό μέρα
Τι-είναι- αυτό- που- δεν- ξέρω
Να λέω ναι κι άλλοτε
-τις πιο πολλές φορές-
όχι

Ό,τι και να ναι
-ό,τι και να ναι μην τ’ ακούς-
Μόνο στέλνε τα χαιρετίσματά σου
-όταν λείπεις-
 μου λείπεις


φωτογράφος Μαρία Βασιλοπούλου

Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

Δες



Δες τα
Δυο παιδιά ερωτευμένα
Φυλακίζουν
Μιαν αθανασία στιγμή
Στο φευγάτο τώρα

Την κλειουν
Σε  δυο χέρια
Και  μεταγγίζουν
Ό,τι λέξεις
Ποτέ δε λένε


άλλωστε
η ζωή
Ζείται

(μη με κοιτάς
εμείς απλώς βαδίζουμε)

φωτογράφος: Ελένη Ρημαντωνάκη

Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2014

επιεικώς





Επιεικώς μετρίου  αναστήματος
-μην κι έχω περισσότερο;-
Είναι που λέγεται πως κάποτε
πρέπει να αρθεί
(και πώς να γίνει σαν δεν το χεις….)

Ο λόγος
σε φεύγα κι ερχομό
ανάμεσα
Κι ύστερα κλαίγεσαι
(ποιος διάλεξε- την τύχη μου!-
τα δίχτυα που τυλίγουνε
τα θέλω;)

Ξυπνάς ένα πρωί
σε μια θολήν ημέρα
Σκι-ασμένη
Κάπου θα βρέχει λέει
το ανακοινωθέν
Εσύ μονάχα ξέρεις
Τα πράγματα τα θόλωσε
Ο δικός σου φόβος
(όλο ξεχνάς να καθαρίσεις τα γυαλιά
που φαίνονται τα σύνορα του κόσμου
που δεν έχεις)

Τρως λέξεις κι όλο  τρώγεσαι
δέκα φεγγάρια σκοτεινά αδειάζεις
-ο ουρανός δε σώνεται-

ξέρε το
χάρη σου απο-μένει κι
είναι νερό που ακόμα τρέχει

ω, Ας μη
φιλοσοφούμε άλλο
στην μια απάντηση που παίρνεις
(και μεταξύ μας….πόση προοπτική –ανοίγματος-
χωρά
στο αύριο που σου φεύγει;)



φωτογράφος Μαρία Βασιλοπούλου

Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2014

Mικρή ιστορία αγάπης



O  άντρας αφού θέλησε τη γυναίκα, ντύθηκε όλους τους κόκκινους του εαυτούς για να τον δεχτεί

Έγινε πειρατής με θησαυρούς, πολεμιστής με νίκες και γραφιάς με ιστορίες πολλές.
Κάθε φορά άφηνε τα δώρα του στα πόδια της
Kαι κάθε φορά με μια επιθυμία
"άφησέ με να σ’ αγαπήσω"

Η γυναίκα κοιτούσε  αδιάφορα  όσα της ακουμπούσε
 δίχως να συγκατανεύει ούτε στο ελάχιστο
"Κουρσέματα και ψευτιές.... λόγια πολλά και φουσκωμένα"
-του είπε-
 "τι να μου δείξουν;"

Ο άντρας ένιωσε γυμνός κι ανήμπορος από πόνο
Άνοιξε το πουκάμισό του κι έβγαλε πουλί με λαβωμένο χτύπο

Το απίθωσε στα χέρια της
Και λέξη πια δεν είπε