Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Μια μέρα με εφημερία



Εκείνη τη μέρα είχα εφημερία…
Μέσα στα καθήκοντά μου ήταν να ξεκλειδώσω τις αυλόπορτες το πρωί, να μπούνε τα παιδιά, να τις κλείσω στη συνέχεια
Μηχανικές, επαναλαμβανόμενες κινήσεις, απ’ αυτές που γίνονται αυτοματοποιημένα. Με τον καιρό το χέρι οδηγείται μόνο του… εσύ σκέφτεσαι άλλα… είσαι αλλού…

Πρωί έφτασα στη δουλειά και πήγα να κάνω την καθιερωμένη κίνηση. Να ξεκλειδώσω. Και καθώς γύρναγα το κλειδί, είδα τη θάλασσα
Για μια στιγμή, ίσως κλάσματα του δευτερολέπτου, νόμισα πως ήταν εκειδά στα πόδια μου. Ούτε δρόμος ανάμεσά μας ούτε σπίτια.
Να! ένα έτσι να έκανα και θα την άγγιζα
Μου ήρθε λιγοθυμιά απ’ τη λαχτάρα κι απ’ τον πόνο
Τόσο κοντά και συνάμα τόσο απίστευτα απίστευτα μακριά….
Η ζωή μου όλη έγινε θάλασσα
Μου έγινε αίσθηση αβάσταχτη. Έπρεπε να σωθώ

 Πάτησα στις πέτρες των λέξεων να περάσω απέναντι να πάρω ανάσα





Χάνω τη θάλασσα

Τρία μέτρα από τα πόδια μου

Κι όλο φεύγει



Υφάλμυρο έμεινε το νερό

και η θύμηση ταξιδιού

Αγκυλώνει



Περίεργες που ναι οι μέρες ……..



Οσονούπω η παραβολή των παρθένων

Πάντα

Με καθυστέρηση



Έτσι κι αλλιώς

Τα τάλαντά μου

Τα πέταξα



Κι ούτε μια στάλα

απ’ το λάλον ύδωρ



Μόνο ένα αρμυρίκι



Να  με περιγελά


Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

Aμοντάριστα Πλάνα (το 5)




Θα ρωτήσω
πως να σ' ακούσω
μ' εμποδίζει της καρδιάς μου
το τύμπανο




Μάτια αντικρίζουνε μάτια. Σκούρα σκούρα στο χρώμα του θανάτου. Λίγο βουλιάζουν πουλιά στις φωλιές τους με σκέπη θλίψης γελάστε μου λίγο γελάστε μου.
Χείλη λεπτά σφιγμένα δεν καρτερούν δεν το βλέπεις αδημονούν
Θέλουν και δε ρωτούν τα δικά σου


Ποιο είναι κείνο το φιλί
που αιώνιο τάχα μένει


Εκεινής είναι γαλάζια. Βλεφαρίδες μαύρες ώριμα στάχυα τα μαλλιά αυτιά κοχύλια ρόδινα χείλη. Γεμάτα Στήθη εικοσάχρονα πλωριά και μια ελιά ανάμεσά τους το νου να παίρνει.
Να σε χαρώ ομορφιά μου Αφροδίτη στη γη ο αέρας της νιότης η αυθάδεια της νιότης η αφέλεια της νιότης


ΑΥΤΗΝ εγώ θα την πάρω
Σώπα μωρέ! Αυτή είναι καλονή
Κι ΕΓΩ σου λέω θα την πάρω. Κοτοπουλάκι είναι. Δεν την βλέπεις; μόνο όμορφη

Θα σε θελήσει;

Θα τη ΡΩΤΗΣΩ; Μια ξανθιά είναι μόνο


Τα μαύρα απέναντι στα γαλάζια. Πέφτει το ζάρι κερδίζουν τα πρώτα. Το γαλανό υποκύπτει.

Μ' αρέσεις. Σ' αρέσω. Θέλεις; θέλω.


Αργά τρυφερά. Γρήγορα βιαστικά. Έτσι αλλιώς. Εδώ αλλού.


Κάτσε να μιλήσουμε.

Τι να πούμε; βιάζομαι τρέχω έχω δουλειές δουλειές πάλι δουλειές

Αγάπησέ με μόνο αγάπησέ με

Άσε με καημένη. Ντύσου! πως είσαι έτσι ντύσου! Γίνε λίγο άνθρωπος
τι θες και μιλάς; αφού δεν ξέρεις
 Σιγά που ξέρεις
 Τίποτα δεν ξέρεις
 Σκάσε βγάλε το σκασμό πια


και πάλι θα ρθω
θα με δεις
μα δε θα με γνωρίσεις


Γιατί δε μ' αγαπάς;

Ωχ, πια δε σ' αγαπώ και δε σ' αγαπώ όλο γκρίνια. Να σαι στην ώρα σου κοίτα και βάλε ένα ρούχο της προκοπής
 θα βγεις μπα! που θα πας στη Μαρία; Ποια είναι η Μαρία πού τη γνώρισες πότε γιατί δεν την ξέρω Ψέματα! Λες ψέματα!
Βάφεσαι γιατί βάφεσαι για ποιον; θέλεις άλλον; έχεις άλλον!

Κι είμαι μπροστά σου εδώ
γυμνή
μα δε με βλέπεις


Είσαι ψεύτρα! Ψεύτρα! Πηδιόσουν! Με ποιον πηδιόσουν; Πού; Την αλήθεια! Πες μου την αλήθεια!

κι αν την αλήθεια γύρεψα να βρω
ποτέ μου δεν την είδα


Ορέ πούστη μου
ποια αλήθεια; Να με πηδάς θέλεις
Ρώτησέ με τι θέλω πως θέλω αν θέλω
ΔΕ ΣΕ ΘΕΛΩ
!


Γαλανά κοπίδια και μαλλιά ανεμίζοντα. Η αμαζόνα ζητά την εκδίκησή της
Στο διάβολο τα μαύρα μάτια τα χείλη τα κουρσάρικα τ' αλήτικα τα χέρια στο διάβολο!
Μόνο για την κάβλα τους


και κυνηγός εβγήκα


Και εγένετο. Άκης και Σάκης και Γιάννης και Νίκος και Αντρέας και πάλι Αντρέας και Χρήστος
και τέλος ουκ έσται

Ως να σβήσει η ομορφιά μου να μην την φοβούνται να μ' αγαπούν να μ' αγαπούν
Ως να δύσει η μέρα κι η νύχτα και να ρθει άλλη μέρα και πάλι να μ' αγαπούν όλες τις ώρες και τα λεπτά και τα δεύτερα ως ν' ασπρίσουν τα μαλλιά μου να θολώσουν τα μάτια μου να πέσουν τα στήθη μου κι η ελιά άκαρπη


γυμνή θα περιφέρομαι
αναμεσό σας
κι όποιον με δει
θ' ακολουθήσω
 στους αιώνες


Κυριακή 21 Απριλίου 2013

Λέω



Στέκεσαι εκεί στην αντίπερα όχθη
Τόσο μακριά τόσο κοντά
Τα μάτια μου δε σε βλέπουνε
Μα μήπως με βλέπουν τα δικά σου;

Ντυμένος στου αθέατου το σχήμα
Λέω πως έρχεσαι
Λέω μιαν ανάσα πέρα είσαι
Ένα  τσιγάρο δρόμο μακριά
Ή πιο πολύ

     Νεύσε μου      
 σινιάλο καπνού να δω
-αχνού έστω-
Κι άφησέ μια φορά
-έστω μια φορά-
Ν’ ακούσω της καρδιάς σου
Τον ήχο

Αν είναι γέφυρα η αγάπη

Πέρασέ την

Δευτέρα 15 Απριλίου 2013

Παρατηρητής

θαμπόφωτο

σε βλέπω να περνάς ανάμεσα
απ' τα βλέφαρα

κλέβοντας ώρες που δεν
κοιμούνται

να (τρι)γυρνάς

σε  ιστό που πλέχτηκε
ερήμην της ψυχής

 που όλο πετάγεται
ν' αφήσει
το σημάδι της

μήπως και της  (ανα)γνωρίσουν
τα πατήματα

μέχρι να νυχτώσει εδώ θα βρίσκομαι
για τα χνάρια που αφήνεις

Πέμπτη 4 Απριλίου 2013

Tρία μικρά ποιήματα



Βαθύ ποτάμι ο έρωτας που κολυμπώ
Μεριά γεμάτος λάσπη
Με παίρνει με ρουφά και χάνομαι
σε κοίτη γλιστερή όλο θάνατο
Μεριά δεντριά, νερά  γελούμενα
Με παίρνει και μπολιάζει μου ζωή
Με τρέχει κι αψηφώ τ’ αδύνατο
…………………………….
Βαθύ ποτάμι ο έρωτας
που κολυμπώ


Ένα φεγγάρι χρόνος κύλησε στα πόδια
Ανάμεσα
Μ’ αχτίδες φεγγερές κι άλλες χλωμές
Και γέλασε

Φεγγάρι ο πόνος μου ασημένιος ο γιαλός
Ήρθεν η μέρα μου και Χάθηκε


Κορδέλες αν ήτανε να πλέξω σε κύκλο σεντεφένιο
με μεταξωτές κλωστές δεν θα ξερα
από πού ν’ αρχίσω
Για να στολίσω καλοκαίρια και χειμώνες
που περνούνε θαμπωμένοι
Και  χάρισμά  ακριβό για   να σου στείλω
Δεν έχω πια δεν έχω

Κυλάνε οι μήνες μιλημένοι
κι άρρωστοι
Μάρτης Απρίλης κι ύστερα ρωτώ ποιος έκλεψε
Την άνοιξη