Παρασκευή 11 Μαρτίου 2011

Το ερωτευμένο λιοντάρι

Θα μου πεις ένα παραμύθι;

Θα σου πω

Να κρατήσει

Όσο θες

Μέχρι να ησυχάσω...

Μέχρι να ησυχάσεις.

Κι αν δεν;

Το παραμύθι δε θα τελειώσει. Δεν θα το αφήσω να τελειώσει. Ησύχασε

Έλα Κλείσε τα μάτια σου

Μια φορά κι έναν καιρό ένα πεινασμένο λιοντάρι τριγυρνούσε στο δάσος ψάχνοντας να βρει τροφή….

Στο δάσος; Όχι στη σαβάνα; Νόμιζα πως θα με πήγαινες μέχρι την Αφρική. Ταιριάζει τώρα αυτό;

Ταιριάζει…. Ταιριάζει…. Στο παραμύθι όλα δεν κολλάνε;

Όχι όλα. Αν δεν υπάρχουν αλήθειες το παραμύθι δε θα σταθεί….

Χρειάζομαι ένα δάσος όμως. Για κάλυψη.

Κάλυψη;

Ναι δεν το είπα; Το λιοντάρι μας το χει σκάσει….

Από τσίρκο;

Μπορεί. Μη με διακόπτεις σε παρακαλώ. Θα χαθεί ο ειρμός μου….

Το λιοντάρι λοιπόν πεινούσε. Είχε να φάει μέρες και σχεδόν καθετί που έβλεπε του φαινόταν ένα ζώο της αρεσκείας του που ήρθε σ’ αυτό το μέρος ειδικά για το άδειο του στομάχι….

Α, τι καλά…. Να ένα ελάφι! αναφωνούσε κάποτε… μα όχι ζαρκάδι είναι….. κι ας ήταν μόνο κλαδιά που τα κούναγε ο αγέρας κι η πείνα η γιγαντωμένη.

Ήταν νεαρό και όμορφο. Όχι κοκκινωπό σαν αυτά της Αλγερίας, ούτε λευκό να προκαλεί την απορία εκτός απ’ το θαυμασμό, μα πάντως ήταν δυνατό με όμορφη χαίτη και υπέροχο βρυχηθμό κι εδώ που τα λέμε θλιβερό το θέαμα να κλαψουρίζει ανεπίτρεπτα.

Το τραγούδι ακούστηκε σαν μουρμουρητό νερού περισσότερο κι ο φίλος μας αλαφιάστηκε μ’ όλο που η γενιά του μετρούσε αρχηγούς ατρόμητους που οδήγησαν τη φυλή στην επιβίωση της άλλης όχθης μα αυτά τώρα ήταν μακρινά….. Αλήθεια αυτός ο θόρυβος τι του έφερνε;

Πλησίασε ήσυχα κι αυτό που είδε ήταν μια λιγνή φιγούρα όρθιο σε δυο πόδια με μια πλούσια χαίτη που τη λέγανε κάπως αλλιώς γιατί αυτό που είδε….αυτό που είδε…

Ένα κορίτσι! Ήταν ένα κορίτσι! Είχε γνωρίσει πολλά. Ένα σωρό από δαύτα που στρίγγλιζαν γελώντας στη θέα του, τάχα τρομαγμένες τις έπαιρναν οι πατεράδες αγκαλιά κι αυτές από χαρά καμώνονταν το φόβο –έτσι πίστευε το λιοντάρι αυτό ήταν να το καμαρώνουν και να το θαυμάζουν….

Την κοίταξε με περιέργεια και αργότερα απόρησε πως ήταν δυνατόν και δε σκέφτηκε κάτι άλλο να της ορμήσει ας πούμε όπως θα ταν και το φυσικό

Μα όχι. Έμεινε να την κοιτά και να την ακούει. Ν’ ακούει το τραγούδι που έλεγε για ένα λύκο που έφαγε ένα κοριτσάκι και στο τέλος τιμωρήθηκε σκληρά από έναν κυνηγό.

Το τέλος του τραγουδιού τον έκαμε ν’ ανατριχιάσει από την αδικία και προχώρησε δυο βήματα κατά το μέρος της.

Το κορίτσι πάγωσε. Το λιοντάρι δεν ήξερε φυσικά τη λέξη μα αν την ήξερε έτσι ακριβώς θα ονόμαζε την έκφρασή της. Ακινητοποιήθηκε εντελώς ούτε ο παραμικρός ήχος δεν έβγαινε απ’ το στόμα της –τριανταφυλλί δεν ήταν τα χείλια της;- σχεδόν δεν ανάσαινε και μόνο τα μάτια της είχαν μεγαλώσει.

Έτσι όπως έμενε ακίνητη το λιοντάρι ανησύχησε

Τι έπαθες; Ρώτησε. Είσαι καλά; Να σου φέρω κάτι;

Ούτε ήξερε τι έλεγε μα τα είχε ξανακούσει τα λόγια τα λέγαν οι άνθρωποι μπροστά του

Η μικρή στο άκουσμα των λόγων του κάθισε –καλύτερα πες σωριάστηκε στο χώμα. Το λιοντάρι βρήκε την ευκαιρία να βρεθεί δίπλα της. Και λέω βρήκε την ευκαιρία γιατί δεν ήθελε να την τρομάξει. Δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί η ομορφιά του δεν της έδιωχνε το φόβο. Εκείνου πως της έδιωξε την πείνα; Πριν από λίγο δεν έβλεπε ολόγυρά του τρυφερά κομμάτια που περίμεναν τα δόντια του; Και να που τώρα το μόνο που έβλεπε ήταν τα μάτια της, τα μαλλιά της-μαλλιά λέγανε αυτή τη χαίτη- και το μόνο που άκουε ήταν η φωνή της….

Μη φοβάσαι της είπε ωστόσο. Οι πρόγονοί του είχαν φανεί συχνά πολύ υπομονετικοί δε θα τους ντρόπιαζε τώρα…..

Γιατί σε ακούω; Είπε το κορίτσι …. Είσαι μαγεμένος; Πες μου….είσαι μαγεμένος; Είσαι ένας πρίγκιπας μαγεμένος;

Αχ…. Γιατί δεν μπορούσε να είναι μόνο ένα λιοντάρι; Γιατί έπρεπε να κρύβει κάποιον άλλο; Δεν μπορούσε να τον δει όπως ήταν; Προφανώς δεν μπορούσε. Προφανώς τον ήθελε αλλιώς.

Αναστέναξε βαθιά κι ήταν σαν να συγκατάνευε στο λόγο της

Ώστε είσαι μαγεμένος! Καλά το κατάλαβα! Γι’ αυτό σε καταλαβαίνω….

Σηκώθηκε και βημάτισε γύρω του παρατηρώντας τον με περι΄ργεια.

Και πως θα λυθούν τα μάγια;

Αδημονώντας ρωτούσε. Αυτή θα λυνε τα μάγια και θα χε τον πρίγκιπά της.

Το λιοντάρι μη μπορώντας ν’ απαντήσει έμενε σιωπηλό με το κεφάλι να κουνιέται πέρα δώθε αφύσικα αφήνοντας μικρούς υπαινικτικούς αναστεναγμούς.

Εκείνη δεν απογοητεύτηκε. Όλα τα μπορούσε. Θα τα μπορούσε. Κι ο πρίγκιπάς της στ’ άλογό του επάνω θα φανερωνόταν

Τι θα τον έκανε; Θα βλεπε….. προς το παρόν άλλο προείχε

Τι έπρεπε να κάνει; Αυτό την απασχόλησε μα όχι πολύ. Στάθηκε ανάμεσα στο να τον παντρευτεί και να τον φιλήσει. Και οι δύο λύσεις φαινόταν απλές μα είχαν τη δυσκολία τους

Αν πίστευε στους μύθους θα πρεπε να τον φιλήσει μα δεν της ήταν και τόσο εύκολο ακόμα….Θα προτιμούσε να τον παντρευτεί. Θα ήταν το πιο σωστό το πιο σίγουρο. Θα τον στόλιζε με λουλούδια … αχ… μικρός αναστεναγμός στην ευτυχισμένη εικόνα κι έγειρε το κεφάλι …. Μπορεί και να την έπαιρνε ο ύπνος εκεί, έτσι όπως μισογλάρωσε στην αγκαλιά των ονείρων της, ένας ήλιος τρεχάτος τη σκούντησε. Έπρεπε να γυρίσει σπίτι. Αν αργούσε κι άλλο θα βγαίναν να την ψάξουν και τότε;

Να ρθεις αύριο του είπε. Ακούς; Μην καθυστερήσεις! Κάτι θα χω σκεφτεί εν τω μεταξύ….

Το λιοντάρι σαν και πολλά αρσενικά δεν είχε σφαιρικότητα στην αντίληψή του. Σκεφτόταν ένα πράγμα και συνέχεια.

Και όλη αυτή η τροπή που έπαιρνε η ιστορία εξαιτίας της θηλυκής σκέψης τον μπέρδευε

Αυτός καμάρωνε τόσο…. Είχε μάθει να καμαρώνει. Μεγάλωσε μ’ αυτή τη γνώση. Ήταν ξεχωριστός. Το κεφάλι του στεκόταν με τρόπο βασιλικό στον κορμό κι η χαίτη του αντάξια της ωραιότητας των πιο ωραίων προγόνων.

Ίσως μόνο ο βρυχηθμός του να υπολειπόταν σε δύναμη ή μάλλον σε αγριότητα μα σίγουρα ήταν μόνο ζήτημα χρόνου ως να τρομάξει το σύμπαν στον ήχο του και να γονατίσει μπροστά του ταπεινά ζητώντας έλεος …

Είχε ακούσει τόσες ιστορίες για την υποταγή των πλασμάτων μιας ολόκληρης ζούγκλας κι αν κάποτε μερικές μαϊμούδες βγαίναν και μιλούσαν για ανωτερότητα σίγουρα είχαν μεσάνυχτα από αρχοντική γενιά και αριστοκρατία.

Μα αυτός ήξερε. Αυτός ο Λέων Κασίμ ο Γ΄ είχε ευγενικές ρίζες. Η τιμή, η αξιοπρέπεια, ο σεβασμός στις παραδόσεις είχαν περάσει και σ’ αυτόν σαν τα περιουσιακά του στοιχεία κι έπρεπε -τόσο του ήταν βιωμένο- να τα προστατέψει και με τη ζωή του ακόμα αν χρειαζόταν

Και να τώρα που ένα κορίτσι του φερνε τα πάνω κάτω. Τον ήθελε λέει πρίγκηπα… μα τι ήξεραν τάχα οι άνθρωποι πέρα απ’ το να φωνάζουν δίχως λόγο εντυπωσιασμένοι…. Κι από τι; Ούτε ήθελε να τους καταλάβει.

Εκείνου η δουλειά του ήταν αυτή: Να περιφέρει τη μοναδικότητά του και να τους μαθαίνει την ομορφιά.

Αυτό του είχαν πει. Αυτό ήταν το χρέος του. Κι αυτό έκανε μέχρι…

Στάθηκε λίγο το λιοντάρι. Οι σκέψεις τον είχαν πάει μακριά και δεν ήταν αυτό το φυσικό. Τα πράγματα έπρεπε να έχουν μία όψη. Την όψη που ήξερε. Δεν γνώριζε άλλες πλευρές …. Μα τώρα… θυμήθηκε το χειμώνα τον περσινό που αρρώστησε η μάνα του πάντα τον συμβούλευε είναι η αλήθεια μα κείνη τη φορά θες γιατί κι ο ίδιος είχε τρομάξει θες γιατί πρώτη φορά ένοιωσε πως τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν δίχως να ερωτηθείς έδωσε περισσότερη σημασία στα λεγόμενά της και υποσχέθηκε- ορκίστηκε πες καλύτερα – να τα ακολουθήσει κατά γράμμα. Κι αυτό έκανε. Κι αυτό στάθηκεν η αιτία που γύρναγε στο δάσος ψωμολυσσασμένο και αντάμωσε το κορίτσι και τον βάρεσε κατακούτελα ή κατάστηθα ο έρωτας.

Γι’ αυτό και το έσκασε.

Να φύγεις του ζήτησεν η μάνα του. Να φύγεις και να βρεις την ελευθερία σου. Να τη βρεις και να την κρατήσεις

Άρα να φύγω από δω. Αυτό δεν σημαίνει ελευθερία; Να φύγω απ’ το κλουβί, να ζήσω ελεύθερος ίσως γυρίσω και στον τόπο των προγόνων μου….

Τα λόγια γλυκιά μου όπως ξέρεις, μεθούν περισσότερο κι απ’ το κρασί κι απ’ όλα τα βαριά αλκοολούχα. Τέτοια είναι η δύναμή τους κι ο μικρός μας …..

(καμιά φορά μπορεί και να τελειώσει....)

12 σχόλια:

Mariela είπε...

Κι ο μικρός;;;; γιατί μας αφήνεις έτσι;; παρασύρθηκα στο παραμύθι σου και δεν ήθελα να βγω... θα το συνεχίσεις αύριο το βράδυ πάλι;;

logia είπε...

λέω να περάσω αύριο να το ξαναδιαβάσω γιατι απόψε τα λόγια σου με μέθυσαν

φιλιά

gyristroula2 είπε...

Ωραίο παραμύθι! Γεμάτο συμβολισμούς!

δόΧτωρ απαράδεΧτος είπε...

!!!!!!!

meril είπε...

@Mariela

Σ' αρέσουν λοιπόν τα παραμύθια...
και μένα πολύ
Αλλά για τόσο σύντομα τη συνέχεια του...δεν το βλέπω...

καλημέρα Μαριελίτα....

meril είπε...

@logia

Τέτοια να μου λες κι ύστερα ν' απορείς που θα καβαλήσω το καλάμι
:))

φιλιά

meril είπε...

@gyristroula2

Μια νεράιδα μ' άγγιξε...την ξέρεις μήπως;

καλημέρα!

meril είπε...

@DrAparadektos

Σ' ευχαριστώ...........

Unknown είπε...

Όταν μας διηγούνται παραμύθια καλό είναι να μην κλείνουμε τα μάτια ..

τότε πρέπει να είναι ορθάνοιχτα ..

Απλά, υπέροχο.
:)

Χαρ. Αλβερτος είπε...

ΛΟΙΠΟΝ, ΑΚΟΥ :)

ΕΣΕΙΣ, ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΔΛΔ., ΕΧΕΤΕ ΜΕΣΑ ΣΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΘΕΟ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΒΟΛΟ. ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΛΟ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΚΟ. ΤΟ ΛΕΕΙ ΚΑΙ Η ΓΕΝΕΣΙΣ.
ΕΤΣΙ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΒΑΖΕΤΕ ΚΑΘΕ ΦΟΡΑ ΤΗ ΜΑΣΚΑ ΠΟΥ ΣΑΣ ΒΟΛΕΥΕΙ.
ΕΝΩ ΕΜΕΙΣ, ΟΙ ΑΝΔΡΕΣ ΔΛΔ., ΕΧΟΥΜΕ ΜΕΣΑ ΜΑΣ, ΜΟΝΟ ΤΟ ΘΕΟ. ΜΟΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟ. ΚΑΤΕΧΟΥΜΕ ΤΗ ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ.
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΜΑΣ ΔΙΑΦΟΡΑ.
ΓΙΑ ΜΑΣ, Η ΜΟΝΗ ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΟ ΚΟΣΜΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΤΟ ΘΕΟ ΜΕΣΑ ΤΗΣ, ΤΟ ΚΑΛΟ, ΚΑΙ, ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΙΔΙΑΣ ΜΕ ΜΑΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ, ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟ Η ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΜΑΝΑ.
ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΑΛΛΕΣ, ΑΚΟΜΗ ΚΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΜΑΝΑΔΕΣ ΑΛΛΩΝ ΕΙΔΙΚΑ ΔΕ ΜΗ ΑΡΣΕΝΙΚΩΝ, ΤΙΣ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΣΑΝ ΠΟΡΝΕΣ.

ΜΗΠΩΣ ΤΑ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΣΕ ΒΟΗΘΗΣΟΥΝ ΝΑ ΜΑΣ ΔΩΣΕΙΣ ΤΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ ΠΟΥ ΞΕΚΙΝΗΣΕΣ. Η, ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΤΟ ΗΘΙΚΟ ΤΟΥ ΔΙΔΑΓΜΑ :)

meril είπε...

@meggie

Έχεις δίκιο.... τα παραμύθια πάντα λένε αλήθειες
με τον τρόπο τους βέβαια κι οπωσδήποτε θέλει μια τέχνη να τις νοιώσεις...

Να σαι καλά

meril είπε...

@ΠΑΝΤΟΤΙΝΟΣ ΤΑΞΙΔΕΥΤΗΣ

Η συνέχεια του παραμυιού δεν είναι μέλημα μου προς το παρόν

(Πάντως δεν μπορώ να μη σ' ευχαριστήσω που νοιάζεσαι)

:))